Αρχειοθήκη ιστολογίου

Σάββατο 5 Απριλίου 2014

Δίδυμα Φεγγάρια


Άρχισες να λές « Σ’αγ … » 
και με το χέρι μου σφράγισα τα χείλη σου , « μη το πεις σιγοψιθύρισα » με κοίταξες στα μάτια γεμάτη απορία, έπιασα με το χέρι μου το αριστερό σου χέρι και το ακούμπησα στην καρδιά σου.
 « Ακούς πως χτυπάει ; ακούς τους  τρελούς ανεμελους χτύπους της την ώρα που σε κοιτάζω ; Αυτό δεν μπορεί να περιγραφεί με λέξεις , αυτό δεν μπορεί να το συγκρίνει κανένας με τίποτα , η καρδούλα σου που ακούω και εύχομαι να χτυπάει έτσι πάντα , τα μάτια σου που όταν κλείνεις τρομάζω, ο φόβος μου μη ξεθωριάσει το χρώμα μου μέσα σου και η μεγαλη σου ψυχή , που μπροστά της μοιαζω με μικρό μικρό ανθρωπάκι ».
Στον λαιμό σου κρέμεται το μενταγιόν που σου χάρισα , με κρατάς πάντα μαζί σου , πάνω σου , μέσα σου. Σαν μικρό φυλαχτό που δεν θα βγάλεις στιγμή και θα μ’έχεις πάντα διπλα σου.

Παίζει ο δίσκος που σ’αρέσει και το στερνό μου μπουκάλι σε κερνά το αγαπημένο σου ποτό , η σκακιερα εινα έτοιμη για να κατορθώσεις αμέτρητα ματ στην ευτυχία , τα μαλλιά σου βρεγμένα από τη βροχή που σε άγγιζε μέχρι να φτάσεις, οι σταγόνες κυλούν στον λαιμό σου. Φαντάζεις πιο όμορφη από ποτέ. Με κοιτάς, σε κοιτώ, δεν λέμε λέξη , τα λέει όλα η σιωπή μας , κουβέντες μεγάλες και αληθινές.
Πλησίαζα και άρχισες να έρχεσαι πιο κοντά , τι ήθελα ; τι ήθελες ; ποιος ξέρει ; . Τα μάτια σου σαν αστερόσκονη έλαμπαν στο σχεδόν σκοτεινό δωμάτιο παρέα με το φως των κεριών , το οποίο χανόταν μπροστά στη δική σου λάμψη.
Δεθηκα γύρω από την μέση σου σαν ζώνη, έκλεισες τα μάτια σου και αφέθηκες.
Βγήκαμε έξω, η βροχή έρρεε ασταμάτητα και μουσκευε τα ήδη βρεγμένα μας μαλλιά.
Λίγο πιο πέρα, καθίσαμε στις ξεχασμένες ξαπλώστρες μιάς παραλίας, μα φυσικά δεν είχε αστέρια, τα είχαν κρύψει οι σταγόνες νερού που κυλούσαν βιαστικά στο έδαφος. Δεν με πείραξε πολύ, για μένα εσύ ήσουν ο ουρανός μου, τα μαλλιά σου τ’αστέρια μου και τα μάτια σου τα δίδυμα φεγγάρια μου.
Τα πράσινα μάτια σου αντίκριζαν τα δικά μου , και ένιωθα τόσο τυχερός , μοναδικός …
Και δεν συνέχισες τη φράση σου, προτίμησες να μείνεις σιωπηλή, με κοίταξες με χάιδεψες με το βλέμμα σου και αποκοιμήθηκες στην αγκαλιά μου.